Μία νέα προσθήκη στη διερεύνηση οικονομικών υποθέσεων

SFK GroupInsights

Την τελευταία δεκαετία ολοένα και περισσότερες υποθέσεις οι οποίες πηγάζουν από την κακή οικονομική κατάσταση ή την αμφισβήτηση της φερεγγυότητας οικονομικών μονάδων κάνουν την εμφάνιση τους στις Ελληνικές δικαστικές αίθουσες. Η Ελληνική οικονομία από το 2008 και έπειτα άλλαξε δραματικά, με ένα μεγάλο κομμάτι του επιχειρηματικού κόσμου να αντιμετωπίζει την κήρυξη πτώχευσης ως μονόδρομο.

Το 2008 ήταν μία χρονιά που σηματοδότησε τις εξελίξεις στο παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον, καθώς αποτέλεσε την απαρχή μίας εκ των σημαντικότερων χρηματοπιστωτικών κρίσεων που έχουν καταγραφεί ποτέ στην οικονομική ιστορία. Οι συνέπειες της κρίσης ήταν μεγάλες και δημιούργησαν αντίκτυπο που σε ορισμένες χώρες παρατηρείται μέχρι και σήμερα. Μία εξ’ αυτών των χωρών είναι και η Ελλάδα. Οι έντονα συσταλτικές δημοσιονομικές πολιτικές που ασκήθηκαν έπληξαν τόσο τις επιχειρήσεις όσο και τα νοικοκυριά και σε συνδυασμό με την επιδείνωση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών, οδήγησαν έναν σημαντικό αριθμό επιχειρήσεων είτε να φλερτάρουν με τη χρεοκοπία είτε εν τέλει να χρεοκοπήσουν. Ο κίνδυνος της χρεοκοπίας είχε πάρει πλέον τεράστιες διαστάσεις, γεγονός που αποτυπωνόταν καθαρά στο σύνολο των χρηματοοικονομικών δεικτών ως αποτέλεσμα της έντονης δυσπιστίας των επενδυτών. Το προαναφερθέν οικονομικό περιβάλλον όμως, μπορεί να αποτελέσει γόνιμο έδαφος για την ανάπτυξη νέων προβλεπτικών μοντέλων χρεοκοπίας που επιτυγχάνουν υψηλή προσαρμοστικότητα και ισχυρή ικανότητα πρόβλεψης ακόμα και σε περιόδους έντονης αβεβαιότητας.

Εδώ και 50 χρόνια, η πρόβλεψη της χρεοκοπίας αποτελεί μία από τις πιο σημαντικές και συνάμα απαιτητικές προκλήσεις στον χρηματοοικονομικό κόσμο. Ένας εντυπωσιακός όγκος επιστημονικών ερευνών και εργασιών έχει μελετήσει το συγκεκριμένο φαινόμενο προσπαθώντας να το προβλέψει, αναπτύσσοντας διάφορα μοντέλα πρόβλεψης με πολλαπλές μεθόδους. Το πιο γνωστό εξ αυτών αποτελεί το μοντέλο του Άλτμαν (1968) που δημιουργήθηκε με τη χρήση της διαχωριστικής ανάλυσης. Παρόλα αυτά, το συγκεκριμένο μοντέλο, καθώς και η πλειονότητα των μοντέλων πρόβλεψης που έχουν δημιουργηθεί, βασίζονται σε υγιείς οικονομίες. Σε μια χώρα, όμως, η οποία διανύει περίοδο έντονης οικονομικής κρίσης, με την πλειονότητα των υγιών επιχειρήσεων να παρουσιάζουν αρνητικά οικονομικά στοιχεία τα οποία προσεγγίζουν σε μεγάλο βαθμό αυτά των χρεοκοπημένων, η πρόβλεψη της χρεοκοπίας γίνεται σαφώς πιο απαιτητική. Συνεπώς, ένα μοντέλο θα πρέπει να είναι φτιαγμένο με τέτοιο τρόπο ώστε να αποδίδει και υπό αυτές τις συνθήκες, αποτελούμενο από ένα συνδυασμό μεταβλητών (αριθμοδεικτών) οι οποίες να εξετάζουν διεξοδικά τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της υπό εξέταση επιχείρησης, επιτυγχάνοντας τη λήψη ενός σημαντικού όγκου πληροφοριών από αυτήν. Με βάση την υπάρχουσα βιβλιογραφία, η χαμηλή αποτελεσματικότητα των υπαρχόντων μοντέλων πρόβλεψης κατά την εφαρμογή τους στην Ελληνική οικονομία και γενικά σε οικονομίες με έντονο το στοιχείο της αβεβαιότητας, δημιούργησε την ανάγκη ανάδειξης ενός νέου εναλλακτικού μοντέλου που να επιτυγχάνει προβλέψεις με υψηλά ποσοστά ακρίβειας ακόμα και υπ’ αυτές τις συνθήκες.

Το συγκεκριμένο μοντέλο πρόβλεψης αποτελεί προϊόν διαχωριστικής ανάλυσης και επιδιώκει με τη συνδυαστική χρήση τριών αριθμοδεικτών να διαχωρίσει ποια επιχείρηση δε διατρέχει άμεσο κίνδυνο από το ποια οδεύει προς χρεοκοπία.

Το μοντέλο κατάφερε με τη χρήση αυτών των τριών αριθμοδεικτών να προβλέψει σωστά το 96,43% των περιπτώσεων ένα χρόνο πριν τη χρεοκοπία τους, το 92,86% δύο χρόνια και το 89,29% τρία χρόνια πριν τη χρεοκοπία τους αντίστοιχα. Το γεγονός της αυξημένης ακρίβειας του και της επίτευξης τόσο υψηλών ποσοστών διαχωρισμού ακόμα και τρία χρόνια πριν την ενδεχόμενη χρεοκοπία, πηγάζει από την πολύπλευρη πληροφόρηση που παρέχεται από τον συγκεκριμένο αποτελεσματικό συνδυασμό αριθμοδεικτών. Πρωταγωνιστικό ρόλο στον διαχωρισμό και μετέπειτα στη συνολική επιτυχία του μοντέλου κατέχει ο αριθμοδείκτης EVA/Σύνολο Ενεργητικού, ο οποίος δημιουργήθηκε και δοκιμάστηκε πρώτη φορά στο παρόν πτωχευτικό μοντέλο, με βάση την υπάρχουσα βιβλιογραφία, επιτυγχάνοντας πολύ υψηλή προβλεπτική ικανότητα προσεγγίζοντας με διαφορετικό τρόπο το πρόβλημα της χρεοκοπίας. Η όλη επιτυχία του έγκειται στην έμμεση αξιολόγηση της αποδοτικότητας και κατά συνέπεια της αποτελεσματικότητας της διοίκησης της υπό εξέτασης επιχείρησης.

Σε περιόδους έντονης οικονομικής αβεβαιότητας, το συγκεκριμένο μοντέλο τονίζει ότι πρωταγωνιστικό ρόλο στη διαφορά μεταξύ υγείας και χρεοκοπίας κατέχει η αποτελεσματικότητα της διοίκησης μιας επιχείρησης στην αξιοποίηση των πόρων. Το μοντέλο που παρουσιάστηκε, βασιζόμενο στη συγκεκριμένη προσέγγιση, επιτυγχάνει υψηλά ποσοστά διαχωρισμού ακόμα και κατά την εφαρμογή του σε οικονομίες που έχουν πληγεί, όπως η Ελληνική. Μπορεί να αποτελέσει ένα χρήσιμο εργαλείο με ευκολία εφαρμογής σε ένα μεγάλο εύρος δικαστικών υποθέσεων που αφορούν οικονομικές οντότητες. Ενδεικτικά, σε υποθέσεις συγχωνεύσεων όπου ο ένας συμβαλλόμενος αμφισβητεί την κερδοφορία και τη φερεγγυότητα του άλλου συμβαλλόμενου, το συγκεκριμένο μοντέλο μπορεί να ενισχύσει ή να αποδυναμώσει αυτή την αμφισβήτηση. Λαμβάνοντας υπόψη ότι τα τελευταία χρόνια είναι πολλές οι περιπτώσεις παραποίησης οικονομικών στοιχείων, ο έλεγχος της εγκυρότητάς τους από τις αρμόδιες αρχές είναι απαραίτητος. Συνεπώς, δεδομένου ότι το μοντέλο που παρουσιάστηκε έχει δημιουργηθεί αναγνωρίζοντας τη σύγχρονη κακή εικόνα της Ελληνικής οικονομίας, η πληροφόρηση που παρέχει μπορεί να αποτελέσει ένα σημαντικό όπλο στη φαρέτρα ενός δικηγόρου, με εφαρμογή σε πληθώρα δικαστικών υποθέσεων που πραγματεύονται Ελληνικές επιχειρηματικές οντότητες.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: Περιοδικό «ΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΡΕΠΟΡΤΑΖ» Τεύχος 11, Φεβρουάριος 2022